κ α λ ω σ η λ θ α τ ε

η προσωπική χωματερή σκέψεων ενός Έλληνα με αεικίνητα μάτια

Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Αγαπημένος κινηματογράφος και μουσική του 2010, Μέρος Γ'

ΤΟΡ 5 Αγαπημένες Ταινίες

Νο. 3: SCOTT PILGRIM VS. THE WORLD του Edgar Wright

Τι να πρωτογράψω γι' αυτή την ταινία; Το ότι ο Edgar Wright έδειξε επιτέλους τα δόντια του στην Αμερικάνικη παραγωγή και με έστειλε στο Διάστημα για τρίτη φορά (τέταρτη, αν μετρήσουμε και το Spaced); Το ότι πρόκειται για μια από τις πιο ακριβείς μεταφορές ενός χάρτινου κόσμου στη μεγάλη οθόνη; Το ότι είναι τεχνικά άψογο; Το ότι, όπως το Watchmen, κατόρθωσε να χωρέσει σε δύο ώρες ένα τεράστιο και απίστευτα καλογραμμένο κόμικ, χωρίς πάψει στιγμή να κρατά το ενδιαφέρον σου αμείωτο; Το ότι όλες οι σκηνές μάχης είναι ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΕΣ; Το ότι η μουσική που ηχογραφήθηκε για την ταινία (με ονόματα όπως Beck, Nigel Godrich, Osymyso, Dan the Automator) μπλέκει ό,τι ανεξάρτητο άκουσμα μπορείτε να φανταστείτε; Δεν μπορώ να σταματήσω να μιλάω και να παραμιλάω γι' αυτήν, οπότε οτιδήποτε από τα παραπάνω μπορεί να μου βγει πρώτο σε οποιαδήποτε συζήτηση για την ταινία.

Όπως και στο Kick-Ass και στην ταινία που έχω στο #2 (δε σας λέω ακόμη...), το Scott Pilgrim vs. The World έχει ένα cast που αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από νέους. Είναι όλοι τους απίστευτοι. Ταλεντάρες. Έχουν τεράστιο μέλλον μπροστά τους. Οι συντελεστές πραγματικά μεγαλούργησαν. Το σενάριο είναι μεστό και προσεγμένο, δεν αφήνει κανένα από τα βασικά συστατικά του έργου του O'Malley να πάει χαμένο (και είμαι σίγουρος ότι στις deleted scenes θα παρουσιάζεται ακόμη μεγαλύτερη πιστότητα). Η προσοχή που δόθηκε στη μεταφορά του κόσμου του κόμικ σε πραγματικά σκηνικά, κοστούμια, αντικείμενα και CGI σε αφήνει άφωνο. Αντίθετα με κάποια "μεγαθηρία" οπτικών εφέ, όπως το Avatar, το Scott Pilgrim vs. the World αξιοποιεί τα οπτικά εφέ ώστε να ενισχύσει την ιστορία, αντί να την οδηγήσει. Είμαι σίγουρος ότι, σε μερικά χρόνια από τώρα, το Avatar δεν θα μας εντυπωσιάζει τόσο, γιατί θα έχει ξεπεραστεί. Αλλά το Pilgrim είναι δομημένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να παραμείνει διαχρονικό. Γιατί δεν μας παρουσιάζει μια χιλιοειπωμένη "οικολογική" ιστορία με μπλε ψιψίνους και ρομπότ, αλλά έναν κόσμο στον οποίο όλοι μας θα θέλαμε να ζούμε. Ρίξτε μια ματιά στον hipster φρουρό που γλείφει ένα γλυφιτζούρι. Έχετε ξαναδεί μια πιο απενοχοποιημένη ματιά στη σημερινή νεολαία;

Γιατί δεν είναι στο νούμερο 1;

Από τότε που είδα τον Michael Cera στα trailer, η πρώτη μου αντίδραση ήταν, "η φάτσα του δεν ταιριάζει". Ο Scott Pilgrim των κόμικ, παρά τον πεσσιμισμό του, ήταν ένας απίστευτα δυναμικός χαρακτήρας, και αυτό δεν το ένιωσα με την ερμηνεία του Cera, με τα τραυλίσματα και τη σιγανή φωνή του. Ξέρω, πάλι ακούγομαι σαν purist-ας fanboy, αλλά πιστεύω ότι η ταινία θα ήταν πιο συναρπαστική εάν είχε έναν πρωταγωνιστή με περισσότερο μπρίο - όπως όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί της ταινίας, που επισκιάζουν τον Cera με χαρακτηριστική άνεση.

Άλμπουμ του 2010 που αξίζει ν' ακούσετε

PLASTIC BEACH / THE FALL των Gorillaz Μου ήταν πάντα δύσκολο να δω με καλό μάτι τους Gorillaz. Η μουσική τους, αν και ενδιαφέρουσα, πάντα μου ακουγόταν σα να της έλειπε κάτι, και το concept με τους καρτούν χαρακτήρες δεν με έβρισκε σύμφωνο. Το να πρέπει να δω τα DVD με τα κινούμενα σχέδια για να εκτιμήσω περισσότερο τα άλμπουμ μου φαινόταν σαν μια ταινία βασισμένη σε μυθιστόρημα που θα απαιτούσε από μένα να διαβάσω το βιβλίο πρώτα.

Ευτυχώς, με το Plastic Beach, ο Damon Albarn και η παρέα του αποδεικνύουν ότι οι Gorillaz είναι κάτι παραπάνω από μια "εικονική" μπάντα. Το νέο τους άλμπουμ είναι ένα ζωηρό, πολύχρωμο ταξίδι προς νέες μουσικές κατευθύνσεις. Υπάρχουν κομμάτια (όπως το απίστευτο "Stylo") τα οποία, παρά την απίστευτα μινιμαλιστική τους σύνθεση, σε κάνουν να τ' ακούσεις είκοσι φορές και πάλι να μην χορτάσεις. Όπως και στα παλαιότερα άλμπουμ τους, οι γκεστ πάνε σύννεφο - πέρα από τους κλασικούς De La Soul, η συμφωνική ορχήστρα Sinfonia Viva, οι Bobby Womack, Lou Reed και Mos Def και ένα σωρό άλλοι, δίνουν στο άλμπουμ μια μεγάλη ηχητική ποικιλία. Ωστόσο, οι πραγματικοί πρωταγωνιστές εδώ είναι τα μουσικά περιβάλλοντα που σκαρφίστηκε ο Albarn.

Το The Fall, που κυκλοφόρησε ανήμερα τα Χριστούγεννα, είναι ένα "πειραματικό" άλμπουμ, του οποίου η σύνθεση και το μιξάζ πραγματοποιήθηκαν σε ένα iPad (!!!), και αντικαθιστά την pop διάθεση του προκατόχου του (το μεγαλύτερο μέρος του είναι instrumental) με ακόμη περισσότερες εξερευνήσεις στον ήχο του project, που μας κάνει πάντα να νιώθουμε καλά (inc.).

Μετά από την τόση μαυρίλα, πίκρα και μελαγχολία που βγήκε από τα ηχεία μου φέτος, ήταν πραγματικά αναζωογονητικό ν' ακούσω δυο άλμπουμ τόσο ευχάριστα, ευδιάθετα και περιπετειώδη, από ένα "συγκρότημα" που μέχρι πρότινος δεν με εντυπωσίαζε. Εσείς και οι Devo μου φτιάξατε τη διάθεση φέτος. Σας ευχαριστώ.

Τρίτη 28 Δεκεμβρίου 2010

Αγαπημένος κινηματογράφος και μουσική του 2010, Μέρος B'

ΤΟΡ 5 Αγαπημένες Ταινίες

Νο. 4: KICK-ASS του Matthew Vaughn

Προτού αρχίσετε να γκρινιάζετε γιατί δεν έχω βάζω καθόλου "κουλτουρέ" ταινίες στις λίστες μου, να σας πω το εξής: αγαπώ τον κινηματογράφο, γενικώς. Η "Λευκή Κορδέλα" του Michael Haneke ήταν μια από τις καλύτερες ταινίες που είδα πέρυσι. Κι όμως, δεν την έβαλα σε κανένα τοπ-5 ή τοπ-10. Θεωρώ ότι ταινίες εκτός του Hollywood, ή, έστω, του mainstream κινηματογράφου, δεν χρειάζεται καν να μπαίνουν σε τέτοιες λίστες, επειδή, πολλές φορές, η αξία τους είναι τέτοια που νιώθω πως οποιαδήποτε τοποθέτηση σε οποιαδήποτε λίστα δεν τους είναι αρκετή (και άλλες φορές δεν έχουν καμία αξία). Βάζω κυρίως αμερικανικές, "χολιγουντιανές" ταινίες στις λίστες μου, επειδή τις αξιολογώ κυρίως σύμφωνα με το πόσο με ψυχαγώγησαν, καθώς αυτός είναι ο κύριος σκοπός του εμπορικού αμερικανικού κινηματογράφου. Μια ταινία όπως το "Ένας Προφήτης" του Jacques Audiard, μόνο ψυχαγωγική δεν τη λες, όσο συναρπαστική κι αν είναι.

Ωραία, πάμε τώρα στο Kick-Ass.

Το 2009, το Watchmen με επιβεβαίωσε ότι μια ταινία που ακολουθεί σχεδόν κατά γράμμα ένα κόμικ είναι ένα πείραμα με υψηλά ποσοστά επιτυχίας, αν πραγματοποιηθεί με προσοχή. Ξέρω ότι η ταινία απογοήτευσε πολλούς (το Director's Cut, πάντως, λιγότερους), αλλά βγάζω το καπέλο στον Zack Snyder για το κατόρθωμά του να "χωρέσει" το έργο των Moore και Gibbons στη μεγάλη οθόνη. Ο Matthew Vaughn, τώρα, είχε να εργαστεί με ένα κόμικ νεότερο (και άρα με μικρότερη fanbase από το Watchmen), του οποίου, μάλιστα, ο πρώτος τόμος δεν είχε ολοκληρωθεί όταν άρχισαν τα γυρίσματα. Κι όμως, η ταινία ακολουθεί μεν πιστά όλη την σεναριακή δομή του κόμικ, κάνει, όμως, το τολμηρό βήμα να ερμηνεύσει το υλικό με μια δική της γλώσσα, αντί να το μεταφράσει καρέ προς καρέ (όπως συνέβη με το Sin City). Όλοι οι διάλογοι είναι ξαναγραμμένοι, κι όμως καταφέρνουν και να είναι οικείοι στους φανατικούς του κόμικ και να είναι ευανάγνωστοι από θεατές που δεν το έχουν διαβάσει. Ο συνδυασμός ωμού ρεαλισμού με μόνο-ρεαλιστικές-δεν-τις-λες σκηνές δράσης έχει μεταφερθεί αυτούσιος από το κόμικ, μαζί με την αθυροστομία, τους passive-aggressive χαρακτήρες του, και την κριτική της κουλτούρας των νέων του 21ου αιώνα, που δεν παίρνει τα μάτια της από το Web 2.0 και αγνοεί ότι η ζωή μας έχει μόνο μία έκδοση: την 1.0. Και είναι τελική.

Γιατί δεν είναι στο νούμερο 1;

Δύο λέξεις: Nicolas Cage. Ο Βλάκας. Ο Ηλίθιος. Ο Γελοίος. ΑΝΟΗΤΕ. Έκανες σκόνη όσα έκαναν τον χαρακτήρα σου τόσο επιδραστικό στο κόμικ. Συνήθως δεν είμαι απ' αυτούς που γκρινιάζουν για παραλλαγές από το πρωτότυπο υλικό, αλλά, αντίθετα, μου αρέσει να βλέπω εναλλακτικές ματιές σε ένα franchise (π.χ. οι ταινίες X-Men, Watchmen, Harry Potter...), αλλά ακόμη κι εγώ έφριξα με τον τρόπο που ο Big Daddy απεικονίζεται στην ταινία. Είμαι σίγουρος ότι και οι σεναριογράφοι έβαλαν το χεράκι τους στο να γίνει πιο κωμικός ο ρόλος, αλλά τόσο το μουστάκι, όσο και η φωνή "νομίζω ότι μιμούμαι τον Adam West, κι όμως δεν παύω ν' ακούγομαι σαν ένας πιωμένος Nicolas Cage" ήταν ιδέες του Cage. Ο Big Daddy ήταν σκληροτράχηλος, ήταν ένα ακόμη εμπόδιο στα σχέδια του Kick-Ass, κι όχι ένα βλίτο που τον παρακαλά για βοήθεια. Ευτυχώς, η ταινία, όπως προανέφερα, ακολούθησε την σεναριακή δομή του κόμικ. Ξέρετε τι εννοώ...

Άλμπουμ του 2010 που αξίζει ν' ακούσετε

THE SUBURBS των Arcade Fire

Τον τελευταίο καιρό, κυρίως χάρη σε περιοδικά όπως το Alternative Press, το Rolling Stone και ιστοτόπους όπως το Pitchfork, η indie βάζει όλο και πιο βαθιά τα ανεξάρτητα χεράκια της στο mainstream. Αν και σίγουρα την προτιμώ από την εμετίλα των σημερινών R&B-άδων που φτύνουν την αξιοπρέπεια της hip hop για να παίρνουν τα Grammy με το κιλό, η indie ανέκαθεν είχε ένα κατιτίς που με ψιλοαπωθούσε. Όσο κι αν λατρεύω μπάντες όπως οι TV on the Radio και οι LCD Soundsystem, ορισμένοι indie καλλιτέχνες θαρρείς απαιτούν πολλά από τον ακροατή τους, καταλήγοντας να γίνουν τα μουσικά ισότιμα του "και-καλά-κουλτουρέ" κινηματογράφου.

Οι Arcade Fire δεν είναι από αυτές τις μπάντες.

Αγαπούν τόσο τη μουσική που παίζουν, όσο και τους ακροατές τους. Στο νέο τους άλμπουμ, θα βρείτε δεκαέξι κομμάτια, συνολικής διαρκείας 64 λεπτών, που και πάλι δε μοιάζουν αρκετά για να ξεδιπλώσουν το ταλέντο όλων των μελών της μπάντας. Σε κάθε track, οι Arcade Fire μεταμορφώνονται, σου δείχνουν ένα διαφορετικό πρόσωπο. Τη μια παίζουν ξένοιαστο rock με γρήγορους ρυθμούς, και την άλλη κόβουν ταχύτητα και αφήνουν τις υπέροχες (ΥΠΕΡΟΧΕΣ, σας λέω) συνθέσεις τους να σας κλέψουν την καρδιά, είτε βασίζονται στα ορχηστρικά έγχορδα, είτε απλώς με κιθάρες και ντραμς, είτε μόνο με αντρικά φωνητικά, είτε με τις κοπέλες (που κλέβουν την παράσταση κάθε φορά που πιάνουν το μικρόφωνο). Δεν θυμάμαι να έχω ξανακούσει ένα τόσο γενναιόδωρο άλμπουμ φέτος. Πανέμορφο.

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Αγαπημένος κινηματογράφος και μουσική του 2010, Μέρος Α'

Σε πέντε ημέρες, το 2010 ολοκληρώνεται. Κάθε μία από αυτές, θα γράψω ένα blog post για τις ταινίες και τα άλμπουμ που άκουσα φέτος και λάτρεψα. Για τις ταινίες, θα έχω ένα Top-5, ενώ για τη μουσική απλώς θα αναφέρω κάποια από τα αγαπημένα μου φετινά άλμπουμ και, στις 31 Δεκεμβρίου, όταν θα ολοκληρωθεί το κινηματογραφικό Top-5, θα γράψω μια λίστα με όλα τα άλμπουμ που άκουσα. Δεν έχω αποφασίσει αν θα κάνω κάποιο Top-5 ή Top-1o ή αν απλώς θα τα αναφέρω αλφαβητικά.

Anyway, ξεκινάμε.

ΤΟΡ 5 Αγαπημένες Ταινίες

Νο. 5: THE TOWN του Ben Affleck

Το ντεμπούτο του Ben Affleck ως σκηνοθέτης, το Gone Baby Gone (2007), με καθήλωσε. Όπως έγραψα στο blog CINEMANIA_GR, ήταν "ένα εξαιρετικό αστυνομικό θρίλερ, με δυνατό cast, άριστη σκηνοθεσία και έντονη δράση." Αυτό που μάλλον ξέχασα να γράψω τότε ήταν ότι είναι από τις ταινίες εκείνες που απολαμβάνεις στο σινεμά και όχι στο DVD, κι ας μην έχει εκρήξεις και CGI (ή εκρήξεις φτιαγμένες με CGI!) κάθε πέντε λεπτά. Στο The Town, ο Affleck ξεπέρασε τον εαυτό του.

Στη δεύτερή του ταινία, αναλαμβάνει για πρώτη φορά χρέη πρωταγωνιστή και σκηνοθέτη, μιας και στο GBG εμπιστεύθηκε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον αδερφό του, Casey. Εργάστηκε επίσης στο σενάριο, το οποίο βασίζεται, όπως και το GBG, σε μυθιστόρημα. Εδώ, όμως, αποδεικνύεται ως ένας εξαιρετικά ώριμος και τολμηρός κινηματογραφιστής. Συνθέτει ένα έξοχο καστ (Jeremy Renner, Rebecca Hall, Jon Hamm, ακόμη και ο Slaine!), διευρύνει το οπτικό του πεδίο (στην κυριολεξία, μιας και το GBG ήταν γυρισμένο σε 1,85:1 ενώ το Town σε 2,35), προσφέρει δράση, συγκίνηση, τρόμο και ρομαντισμό σε ίσες ποσότητες και εξακολουθεί να μπήγει το μαχαίρι του στα κόκκαλα της σημερινής αμερικανικής κοινωνίας.

Γιατί δεν είναι στο νούμερο 1;
Δυστυχώς, το The Town πάσχει από μερικά από τα ίδια μειονεκτήματα που παρουσίαζε το GBG: ο Affleck, για κάποιον λόγο, έχει μια ασταμάτητη εμμονή με τους μονολόγους. Είναι κάπως ενοχλητικό όταν τόσοι χαρακτήρες σε μία ταινία καταναλώνουν πέντε λεπτά ο καθένας για να διηγηθούν τις ιστορίες τους. Επιπλέον, κάποιοι χαρακτήρες δεν σκιαγραφούνται τόσο όσο θα έπρεπε και "παραμελούνται" σε αρκετές σκηνές. Βέβαια, δεν έχω παρακολουθήσει το extended cut, που διαθέτει τριάντα λεπτά επιπλέον και περιέχει πολλές σκηνές που ο Affleck λάτρεψε, αλλά αναγκάστηκε να κόψει (το αρχικό cut της ταινίας διαρκούσε τέσσερις ώρες). Θα ήθελα στο μέλλον να δω τον Affleck να χρησιμοποιεί ένα πρωτότυπο σενάριο, αντί να διασκευάσει άλλο ένα μυθιστόρημα.

Άλμπουμ του 2010 που αξίζει ν' ακούσετε

AUDIO SECRECY των Stone Sour

Όχι, δεν είναι ένας δίσκος Slipknot χωρίς μάσκες. Οι Stone Sour έχουν μια δική τους ταυτότητα, που δεν χαρακτηρίζεται από καφρίλες και jumpdafuckup, αλλά από εξαιρετικές, "δαιμονισμένες" μελωδίες, χαρακτηριστική ευελιξία μεταξύ γρήγορων και σκληρών κομματιών και μπαλαντών που δεν είναι μόνο για ραδιόφωνο (το "Hesitate" είναι απίστευτο), και έναν Corey Taylor που μας αποκαλύπτει ένα νέο πρόσωπο: έναν άνδρα που αναγνωρίζει τις πληγές του παρελθόντος ως μαθήματα για το μέλλον. Ακόμη και στις ήπιες στιγμές του, το άλμπουμ δεν σταματά να σου κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο. Η παραγωγή του Nick Raskulinecz είναι άψογη, ενώ ή μπάντα πειραματίζεται με νέες μεθόδους για ν' αναπτύξει και να διευρύνει τον ήχο της (προσέξτε τα πλήκτρα στο "Nylon 6/6"), χωρίς να παρατά ό,τι ξέρει καλύτερα: να μας δώσει σύγχρονη rock που δεν πνίγεται στο υπερβολικό συναίσθημα και ξέρει να "δαγκώνει" όποτε πρέπει.

Έκανες λάθος, Marilyn Manson: η rock δεν είναι νεκρή.

Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Το πιο καταθλιπτικό χριστουγεννιάτικο βίντεο

Το "Misery Bear" είναι μια σειρά από κλιπάκια του BBC Comedy, με πρωταγωνιστή ένα λούτρινο αρκουδάκι με μεγάααααααλη γκαντεμιά. Έχω κάνει embed την έκδοση που δεν έχει το λογότυπο του BBC Comedy, αλλά έχει μια έξτρα σκηνή (ο λόγος της Βασίλισσας) και ένα μήνυμα στο τέλος.



Ουάου. Ξεκαρδιστική κωμωδία, έτσι; Σοβαρά, τώρα, πώς περιμένουν να γελάσουμε με κάτι τέτοιο; Εκτός κι αν στο BBC Comedy θεωρείται "αστείο" ένα βίντεο που μας υπενθυμίζει σε τι θλιβερούς καιρούς ζούμε. Στα comments της BBC Comedy έκδοσης (που έχει 228 likes και 12 dislikes) οι επισκέπτες γράφουν σχόλια του τύπου "αχ, τι γλυκούλιιι" και "εγώ είμαι ο φίλος σου!", ενώ στο τέλος του βίντεο υπάρχει ένα annotation που γράφει "Meet Misery Bear's New Friend" (παλαιότερο βίντεο), στο οποίο το αρκουδάκι παίρνει ένα χρυσόψαρο, αλλά... η γκαντεμιά ξαναχτυπά.

Πάντως, αν μη τι άλλο, χαίρομαι που δεν πέρασα τα Χριστούγεννά μου όπως το Μίζερο Αρκουδάκι.

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

The Newest Wave

Το 1980, οι KIlling Joke και οι Devo έβγαλαν δισκάρες. Το 2010, οι KIlling Joke και οι Devo έβγαλαν δισκάρες.

New Wave NEVER grows old.

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

Review: AHERUSIA - "And The Tides Shall Reveal The Traces"

Aherusia. Όποτε ξεστομίζω αυτό το όνομα, πονάω. Είναι εκείνος ο πόνος της χαμένης ευκαιρίας, εκείνο το "διάολε, έπρεπε να πάω να τους ακούσω". Την άνοιξη του 2009, ήμουν τόσο κοντά στο να πάω στο λόφο του Ξενία, να δω περί τίνος επρόκειτο, τελικά.

Φθινόπωρο 2008. Βρίσκομαι μαζί με συμφοιτητές στο "προβάδικο" της φοιτητικής εστίας στο λόφο. Η πόρτα ανοίγει και ένας ξανθός νεαρός με μακριά μαλλιά κοιτάζει με γρήγορες ματιές το χώρο. "Έχει ντραμς εδώ;" ρωτάει.

Λίγο αργότερα, όταν κατεβήκαμε από το προβάδικο για να φάμε, ακούστηκε ένας ήχος που κάποιος αδαής θα παρομοίαζε με ηλεκτρικό τρυπάνι. "Ώπα, παίζει blastbeats ο δικός σου! Μ' αρέσει", σκεφτόμουν καθώς έτρωγα κάτι που έμοιαζε με λαχανοσαλάτα.

Στους επόμενους μήνες, ανακαλύπτω περισσότερα γι' αυτό το φαινόμενο που ζούσε κάτω από το έδαφος του νησιού. Δεν είχα, ακούσει, όμως, ούτε μία νότα. Τι ήταν αυτό το "Αχερούσια";

"Αχερουσία"
, σπεύδουν να με διορθώσουν οι γνώστες. Οκέι. Και πάλι, τι δουλειά έχει αυτή η "εξάλφα" στο λογότυπό τους; Έχουμε εμείς black metal μπάντα και δεν το ήξερα;

Αργότερα ανακάλυψα ότι ήξερα περισσότερα απ' ότι νόμιζα - αλλά θα φτάσουμε κι εκεί.

Τον Αύγουστο του 2009, τσιμπάω ένα τεύχος του Metal Hammer και βλέπω πως οι Aherusia έκαναν support στους Septic Flesh τον Ιούνιο στο Κάστρο Χαλκίδας.

Χειμώνας 2010 και οι Aherusia εξαπολύουν τα νέα τους στο Facebook. Το πρώτο τους LP, λένε, είναι έτοιμο. Αμάαααν...

Κι επιστρέφουμε σ' εκείνη την άνοιξη. Όντας απογοητευμένος από το περιβάλλον γύρω μου, αποφάσισα να μην πάω στο λόφο του Ξενία την ημέρα που έπαιζαν οι Aherusia. Οι άσχημες εμπειρίες που βίωσα την περίοδο εκείνη με επηρέασαν. Έτσι, κατέληξα να βρίσκομαι στο σπίτι μόνος μου, τη στιγμή που η μπάντα έδωσε ένα τελευταίο αντίο στο νησί.

Αυτές οι αναμνήσεις πεταγόντουσαν σαν "τσιμπιές" όταν είδα τα links στο Facebook. Αποφασισμένος να "επανορθώσω", κάνω join στο group τους, προσθέτω τον προαναφερθέντα ξανθό νεαρό στους friends μου και βάζω ν' ακούσω το "And The Tides Shall Reveal The Traces".

Καθώς ξεκινά η εισαγωγή του "Birth of Immortals", μπαίνω στο MySpace της μπάντας. Το roster των ανθρώπων πίσω από τη δημιουργία του άλμπουμ με τρομάζει. Seth Siro Anton σε artwork και φωτογραφικό υλικό; Συμπαραγωγή από Christos Antoniou; Fotis Bernardo στο sound editing;! Mixing και mastering από Sakis Tolis;!;!

Διάολε, τι έχασα;

Και τότε με χτυπά η κλωτσιά στ' αχαμνά - την άξιζα, βλέπετε. Γνώριζα ήδη ένα πρώην μέλος του συγκροτήματος, και είχα πληροφορηθεί για την ύπαρξή του πολύ πριν καν ο ξανθός νεαρός κάνει την εμφάνισή του στο προβάδικο κοιτώντας έκπληκτος το drum kit.

Διάολε. Διάολε. Διάολε.

Ευτυχώς, χάρη στην ψηφιακή εποχή, κατάφερα ν' ακούσω το "And The Tides Shall Reveal The Traces" και σας πληροφορώ ότι θα το αγοράσω κι όλας. Γιατί; Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω...

To "Birth of Immortals" ξεκινά με ορχηστρικά synths και την απόσβεση ενός κυμβάλου να χορεύει στ' αυτιά σου, προτού ο αφηγητής σε βάλει στο κλίμα, δίνοντας χώρο στις κιθάρες και την κρητική λύρα. Τα τύμπανα και το μπάσο ξεκινούν και, έπειτα, οι κραυγές του Voreas Faethon. Η δομή του τραγουδιού σε κάνει να ξεχνάς ότι διαρκεί 7:45 λεπτά και ήδη βρίσκεσαι στο 3:26. Που και που ακούμε τον Faethon να γλιστρά στα καθαρά φωνητικά, προτού επιστρέψει σε brutal mode. Από τα πρώτα πέντε λεπτά γίνεται αμέσως αντιληπτή στον ακροατή η ιδιαίτερη μείξη της παραδοσιακής ελληνικής μουσικής και ευρωπαϊκής φολκλόρ με τις αρετές του φίνου black metal.

Η λύρα επανεμφανίζεται για όσους την έχασαν μετά τις riff-ο-θάλασσες του αρχικού κομματιού για την εισαγωγή του "Lux Occulta". Μια αναπάντεχη αλλαγή στο ρυθμό και οι βουτιές των κιθάρων σε οδηγούν στις άρτιες γραμμές των keyboards. O Faethon ξεσπά σε γρυλισμούς, προϊδεάζοντάς σε για ένα ταξίδι γεμάτο από φουρτούνες και οργισμένα μαστιγώματα από κατάμαυρους καπνούς.

Το ταξίδι συνεχίζει χωρίς οίκτο στα επόμενα κομμάτια, με τη μπάντα να ισοπεδώνει όποια εμπόδια στέκονται στο δρόμο της. Παρά τις σποραδικές "στάσεις", η ταχύτητα δεν μειώνεται στο ελάχιστο. Κι όταν τελικά φτάσει στον προορισμό της, το "Eros Aenaos" θα αμαυρώσει τις αντίθετες αντιλήψεις φτύνοντάς τες με μαύρο μελάνι.

Το τι συμβαίνει στο "To Our Ancestors" δεν θα το αποκαλύψω. Όταν τελείωσε, τα αυτιά μου πόνεσαν για δύο δευτερόλεπτα. Ο τρόπος με τον οποίο η μπάντα αποχώρησε, έχοντας σκλαβώσει τα τύμπανά μου με τον τόσο μεστό, τόσο οργανωμένο, μα και συνάμα πικρό ήχο τους, οδήγησε στο να συνηθίσω να βρίσκομαι υπό την πολιορκία τους. Μη φεύγετε, ρε παιδιά, γυρίστε πίσω!

Με άριστα το 10, του βάζω 8. Συνεχίστε έτσι, παιδιά. Μη γονατίσετε. Ξέρω ότι θα χτυπήσετε το δεκάρι σύντομα, αλλά μη βιαστείτε. Επιτρέψτε στον ήχο σας ν' αγκαλιάσει τα μεταφυσικά μας όνειρα, όπου θεοί και δαίμονες θα παλεύουν αιώνια, πέρα από τα σύμπαντα, το θάνατο, και το χρόνο.