Ανοίγοντας τα πεζοδρόμια
ψάχνοντας για μικρόβια
τα μόρια
νέκρα στους δρόμους και κυριαρχούν
τα αγόρια με μαύρα μισοφόρια
και δύο περιστέρια,
στο περήφανο αγέρα,
ξυπνούν
φλουπ φλουπ φλουπ--
___________ Εστίαση:
στον γκρίζο ορίζοντα
τα μονοπάτια γνωρίζοντας
ευχές που αναβλύζουν,
κι αυτοί σιχτιρίζουν,
στα μηχανάκια ψιθυρίζουν
[πεθαίνεις, καθίκι, πεθαίνεις]
και μετά ακολουθείς
χωρίς να κοιτάς
τα πεζοδρόμια κλείνουν
κι εσύ παραμένεις ανοικτός
το χώμα που τρως
με το συγκεκριμένο τρόπο που γέρνεις το κεφάλι προς τα κάτω πρέπει να σε κοιτάξει οπωσδήποτε και σε καμία άλλη περίπτωση επειγόντως γιατρός,
χαμόγελο ίσον παρεξήγηση,
με κοιτάς που σε κοιτώ, ένα και το αυτό,
αδιακρισία σου λέει μετά.
Το περιστέρι πετά,
το κοιτάς και σε κοιτά,
μα πριν ουρλιάξεις σε παρατά,
σαν αυτόν με τον μπαλτά
που φωνάζει "πήγαινε πιο πέρα, ρε κερατά",
κι εσύ ξεσπάς,
δεν έχεις δικαίωμα,
το μπαρούτι αναδύεται
[πεθαίνεις, καθίκι, πεθαίνεις]
δεν σου καίγεται μπρίκι
κολλημένο στο ταψί
που θα του φέρεις στο κεφάλι
έτσι και σε μπινελικώσει πάλι,
και ξανά προς τη μπίχλα τραβά
τα μαλλιά
που δεν θα χτένιζα
ούτε για λεφτά
με καμιά Παναγιά,
το περιστέρι πετά
κι αυτός σα χάνος το κοιτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου